Με αφορμή τις παραιτήσεις από τη Ν.Ε. ΠΑΣΟΚ Λάρισας

Πίσω από τις τρείς παραιτήσεις στελεχών με μεγάλη διαδρομή στην οργάνωση του ΠΑΣΟΚ της Λάρισας, κρύβεται το δράμα ενός κόμματος που ζει με τον πιο έντονο τρόπο εδώ και πολλούς μήνες την κορύφωση της πολιτικής του απαξίωσης, αλλά και την κορύφωση της οργανωτικής του αποσύνθεσης.

Οι τρείς είναι προφανέστατα το δένδρο και πίσω τους κρύβεται το δάσος, που δεν είναι άλλο από τη πλήρη οργανωτική αποδιάρθρωση. Γιατί τα φαινόμενα αυτά δεν είναι τωρινά. Είναι το μακροχρόνιο αποτέλεσμα της απορρόφησης του κόμματος από το κράτος, της «εκσυγχρονιστικής» περιόδου της λογικής : «ότι δεν μπορούμε να το ελέγξουμε, ας το αποδυναμώσουμε» και βεβαίως της πρόσφατης περιόδου όπου από τη μία πολιτικές ασύμβατες και αντίθετες με τις ιδεολογικές κατευθύνσεις και από την άλλη η δημιουργία ενός ηγετικού κύκλου σε επίπεδο κυβέρνησης και κόμματος, χωρίς κομματική συνείδηση, οδήγησε στην πλήρη περιθωριοποίηση των οργανώσεων και τον εκμηδενισμό κάθε πολιτικής διαδικασίας .

Οι πολιτικές της σημερινής Κυβέρνησης οδήγησαν στη σύγκρουση με ένα μεγάλο μέρος του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ και τη στοχοποίηση του συνδικαλισμού, με το γενικευμένο χαρακτηρισμό σαν «συντεχνία». Οι προκλητικές αναφορές κυβερνητικών στελεχών για τους δημοσίους υπαλλήλους οδήγησαν στη σύγκρουση με ένα άλλο μεγάλο κομμάτι του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ (δεν είναι τυχαίες οι αποφάσεις απογαλακτισμού συνδικαλιστικών οργανώσεων από το κόμμα). Τέλος οι νεοσυντηρητικές πολιτικές της αφαίμαξης των εισοδημάτων και των συντάξεων, της αυξημένης φορολογίας και του κάθε είδους χαρατσιού, οδήγησαν στην απογοήτευση, την αντίδραση, την οργή του υπολοίπου κομματιού του κινήματος. Οι μόνοι που εμφανίζονται ικανοποιημένοι από τις εξελίξεις είναι είτε όσοι προσδοκούν στη διατήρηση των κυβερνητικών τους θέσεων, είτε όσοι βρέθηκαν προσφάτως στο ΠΑΣΟΚ, ενταγμένοι κυρίως στο στενό Πρωθυπουργικό περιβάλλον, που σαν χαμαιλέοντες ωραιοποιούν τις καταστάσεις προσβλέποντας  μέσα από τη διάλυση του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ, στη δική τους ατομική ανέλιξη.

Επειδή ούτε την ιστορία του κινήματος γνωρίζουν, ούτε συνείδηση παράταξης έχουν, δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι με τη δική τους συμβολή πριονίζεται το δένδρο πάνω στο οποίο στηρίζονται. Δεν γνωρίζουν και δεν μπορούν να καταλάβουν ότι αν το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να υπάρχει στην πολιτική σκηνή της χώρας τόσα χρόνια και να αντέχει κρίσεις και εξωγενείς προσπάθειες διάλυσης του, αυτό οφείλεται στην ύπαρξη και λειτουργία της οργάνωσης του και στη στάση των στελεχών και των μελών του.

Κόμμα χωρίς ξεκάθαρη ιδεολογία, χωρίς πολιτικές διαδικασίες, χωρίς αναπαραγωγή στελεχών, χωρίς παρουσία στους εργασιακούς χώρους ΔΕΝ μπορεί να υπάρξει. Όπως επίσης και Κυβέρνηση που θα έχει απέναντι της σχεδόν το σύνολο του ελληνικού λαού.

Η επιλογή της αποδυνάμωσης του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ είναι μια επιλογή ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ. Δεν το θέλουν εμπόδιο στις πολιτικές τους, δεν το θέλουν γιατί γνωρίζουν ότι το οργανωμένο ΠΑΣΟΚ υπάρχει συζητά, αποφασίζει, αντιδρά, προτείνει και υλοποιεί.

Αυτή η ισορροπία τρόμου  πρέπει να ανατραπεί. Αυτές οι λογικές της ηγετικής ομάδας πρέπει να ανατραπούν. Πρέπει να διεκδικήσουμε ξανά το ΠΑΣΟΚ της εθνικής αξιοπρέπειας, της λαϊκής κυριαρχίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης. Να αντιπαρατεθούμε με το ΠΑΣΟΚ του Νεοφιλελευθερισμού, της υποτέλειας, της εκχώρησης της εθνικής κυριαρχίας, της καταστροφής όλων των κοινωνικών δικαιωμάτων και των κατακτήσεων του Λαού μας.

Έχουμε χρέος να αντισταθούμε σε όσους επιδιώκουν την διάλυση μας, σε όσους επιθυμούν να μας  καταστήσουν άβουλα, απολίτικα όντα, για να υλοποιήσουν πιο εύκολα τους σχεδιασμούς τους.

Το ζήτημα είναι αν θα αναλάβουμε την ευθύνη να κρατήσουμε ενωμένη τη δημοκρατική παράταξη και το ΠΑΣΟΚ ανασυγκροτημένο και στη σωστή ιδεολογική κατεύθυνση.

Αν κατανοήσουμε την ανάγκη ενός σοσιαλιστικού και αριστερού συλλογικού υποκειμένου. Η σοσιαλιστική αριστερά, πρέπει να αναλάβει πλήρως τη θεωρητική, ιδεολογική  και οργανωτική της αποστολή.

Πρέπει να κινητοποιήσει, όπως έκανε πάντα, εκείνον που δεν θέλει πια να τον υποτάσσουν, εκείνους που θέλουν να δράσουν για να επηρεάσουν το μέλλον.

 

Βασίλης Ραούλης

(Δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 27 Οκτωβρλίου στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»)

Παραιτήσεις στη Ν.Ε. ΠΑΣΟΚ Λάρισας

Παραιτήσεις τριών μελών της είχαμε στη σημερινή συνεδρίαση της Ν.Ε. του ΠΑΣΟΚ Λάρισας, κάνοντας ακόμα πιο φανερό το κλίμα που επικρατεί στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ σήμερα. Ο Στέφανος Λιόντης αναπληρωτής γραμματέας της Ν.Ε., ο Κώστας Κούτρας πρώην γραμματέας Ν.Ε. και από τα παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ στη Λάρισα και ο Κώστας Σοφός, συνδικαλιστής στον ΟΣΕ με μεγάλη παρουσία στα τοπικά όργανα του ΠΑΣΟΚ, κατέθεσαν τις παριατήσεις τους, εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο την αντίθεση τους στις ασκούμενες πολιτικές αλλά και την απαξίωση του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ.

Οι συγκεκριμένες παραιτήσεις καταδεικνύουν το τεράστιο οργανωτικό και πολιτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα το ΠΑΣΟΚ, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών του βρίσκεται απενεργοποιημένη την ίδια στιγμή που η θητεία των οργάνων του έχει λήξει ήδη από τον περασμένο Μάιο.

Αν στις σημερινές παραιτήσεις προστεθεί και η μόνιμη απουσία από τις συνεδριάσεις τουλάχιστον άλλων τριών εκλεγμένων μελών της, είναι προφανές όχι μόνο το πρόβλημα στο κορυφαίο όργανο του ΠΑΣΟΚ στο νομό.

Καθόλου τυχαίο αν αναλογιστεί κανείς τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί σήμερα στο οργανωμένο ΠΑΣΟΚ. Και ακολουθούν και άλλες εξελίξεις…

«Κοινωνικός Σύνδεσμος», η πολιτική κίνηση Φλωρίδη, Δοξιάδη, Στουρνάρα

«Κοινωνικός Σύνδεσμος» είναι το όνομα της πολιτικής πρωτοβουλίας προσωπικοτήτων, μεταξύ των οποίων ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Φλωρίδης, ο συγγραφέας Απόστολος Δοξιάδης, οι οικονομολόγοι Γιάννης Στουρνάρας και Αρίστος Δοξιάδης κ.α., η ίδρυση της οποίας εξαγγέλθηκε την Τρίτη.

Στόχος της κίνησης είναι -σύμφωνα με τους ομιλητές στην παρουσίαση- να απαντηθεί το δίλημμα: «προχωράμε τη χώρα μπροστά μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια ή αγωνιζόμαστε για τη διατήρηση του χτες;».

Και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε!

Σε κατάσταση πανικού!

Την έκβαση της συνόδου κορυφής αναμένει η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, πολλοί βουλευτές της οποίας βρίσκονται σε οριακό σημείο ζητώντας ανοιχτά από τον πρωθυπουργό να αναλάβει πολιτικές πρωτοβουλίες από την επόμενη κιόλας μέρα.

Σύμφωνα με το Mega, στο κυβερνών κόμμα συζητούν το ενδεχόμενο οι αποφάσεις που θα ληφθούν για την Ελλάδα να έχουν αυξημένη νομιμοποίηση και δεν απορρίπτουν ιδέες όπως μια ψηφοφορία στη Βουλή με αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών ή ακόμα και κυβέρνηση συνεργασίας των δυο μεγάλων κομμάτων.

Δεν φαίνεται να συζητείται πάντως στο μέγαρο Μαξίμου, το σενάριο των πρόωρων εκλογών. Ορισμένοι πάντως ζητούν εκλογές ενώ κάποιοι άλλοι προτείνουν τη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας ή τουλάχιστον ένα δομικό ανασχηματισμό με την συμμετοχή στην κυβέρνηση προσώπων ακόμη και εκτός ΠΑΣΟΚ.

«Να γίνει μια αλλαγή κυβερνητική ώστε να μπούνε και πρόσωπα ικανά έξω από το χώρο του ΠΑΣΟΚ με τον Γιώργο Παπανδρέου επικεφαλής, αλλιώς δεν βλέπω τίποτα άλλο εκτός από εκλογές», τόνισε ο βουλευτής κ. Ντίνος Βρεττός.

Αίσθηση προκάλεσαν επίσης οι δηλώσεις του βουλευτή κ. Μίμη Ανδρουλάκη στο ίδιο κανάλι, με τις οποίες απέδωσε με το δικό του χαρακτηριστικό τρόπο την κατάσταση της χώρας στην αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των κ.κ. Γ. Παπανδρέου και Αντ. Σαμαρά.

«Με πλήρη ευθύνη το λέω τώρα και χωρίς να μασάω τα λόγια μου, ότι υπάρχει μια προφανής άτυπη συμπαιγνία μεταξύ των αντιπάλων συμπαικτών -μεγάλων και μικρών- για τη διαιώνιση ενός σκηνικού που μας οδήγησε στη χρεοκοπία. Τι παριστάνει ο Παπανδρέου και ο Σαμαράς; Τι παριστάνουνε; Μεγάλωσαν στα ίδια προάστια, στις ίδιες οικογένειες, σπούδασαν στα ίδια σχολεία, στα ίδια αμερικάνικα πανεπιστήμια, και τις ίδιες γκόμενες μπορεί να είχανε, είναι φίλοι και δεν μπορούν να συνεννοηθούν για την πατρίδα σε ένα ελάχιστο;», είπε ο κ. Ανδρουλάκης.

Χαρακτήρισε επίσης τον εαυτό του ως ανεξάρτητο βουλευτή, φιλοξενούμενο στο ΠΑΣΟΚ, αν και όπως είπε παρά τις διαφωνίες του δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη να ρίξει την κυβέρνηση, για την οποία όμως χρησιμοποίησε ιδιαίτερα σκληρές εκφράσεις. Αναφορικά με πιθανή διαγραφή του μετά τα όσα είπε στην εκπομπή, τόνισε ότι αυτό δεν τον ενδιαφέρει παρά μόνο η πατρίδα.

Εν τω μεταξύ αποκαλυπτική της κατάστασης που επικρατεί ήταν η παρουσία βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, στη χθεσινή εκπομπή του Γ. Πρετεντέρη στο Mega. 11 βουλευτές με εντελώς διαφορετικές προσεγγίσεις ο καθένας, που κατέληγαν σε ένα λογικό συμπέρασμα: Το ότι δεν θέλουν να τραβήξουν άλλο μόνοι τους το βάρος των εξελίξεων! Μια εικόνα Βαβέλ με τον ένα να ζητά εκλογές, την άλλη να ζητά Κυβέρνηση Συνεργασίας, τον τρίτο να ζητά Κυβέρνηση Προσωπικοτήτων και άλλο να θεωρεί ότι δεν πρέπει να γίνει τίποτα από όλα αυτά.

Οι περισσότεροι  εθνοπατέρες κι εθνομητέρες να οικτίρουν την τύχη τους. Καθώς υπερψηφίζουν διαρκώς (έστω και με το πιστόλι στον κρόταφο) το ένα νομοσχέδιο-καρμανιόλα μετά το άλλο. Ψάχνουν τρόπο ν’ απεγκλωβιστούν από την μέγγενη αυτή, αλλά φως στον ορίζοντα πουθενά.

Η αναζήτηση μιας συγκυβέρνησης με τη ΝΔ αποτελεί, για αρκετούς εξ’ αυτών, ιδανικό σενάριο. Μόνο που δεν είναι εφικτό κάτι τέτοιο, τουλάχιστο σε αυτήν την φάση. Το μαρτύριο συνεχίζεται, αλλά … ας πρόσεχαν.

Και κάτι τελευταίο : Οι πολίτες αυτής της χώρας ψήφισαν στις τελευταίες εκλογές και ανέδειξαν Κυβέρνηση. Οποιαδήποτε εξέλιξη που θα είναι διαφορετική από αυτή, πρέπει να έχει την έγκριση του λαού. Δεν γίνεται να ψηφίζεις Α και να σου προκύπτει Ω. Αν λοιπόν , λέω με το φτωχό μου το μυαλό, κάποιοι δεν μπορούν ή θεωρούν ότι αυτή η Κοινοβουλευτική πλειοψηφία έφθασε στα όρια της, η λύση είναι μία και μοναδική : Να ζητηθεί η ετυμηγορία του λαού.

Γιατί ο Βενιζέλος δείχνει αυξημένη πλειοψηφία;

Θα περίμενε κανείς αυτές τις ώρες οι πολιτικοί που καλούνται να διαχειριστούν μια από τις πιο κρίσιμες διαπραγματεύσεις στην ιστορία της Ελλάδας να έχουν το μυαλό τους σε αυτά που πρέπει. Όχι για κανένα άλλο λόγο αλλά γιατί η απροσεξία τους στη διάρκεια του κουρέματος μπορεί να τους κόψει κανένα …αυτί.

Δεν ξέρω ποια σκοπιμότητα εξυπηρετούν οι δηλώσεις Βενιζέλου πριν από λίγο περί ψήφισης από ευρεία πλειοψηφία από τη Βουλή της ευρωπαϊκής συμφωνίας για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους:

«Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θεωρεί ότι τέτοιου είδους ζητήματα πρέπει να αντιμετωπίζονται με αυξημένο αίσθημα ευθύνης και ως εκ τούτου να ψηφίζονται ει δυνατόν στη Βουλή με ευρεία πλειοψηφία, όχι επειδή αυτό είναι νομικά αναγκαίο, αλλά γιατί αυτό είναι εθνικά επιβεβλημένο και πολιτικά υπεύθυνο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βενιζέλος ερωτηθείς σχετικά.

Ουδεμία αντίρρηση. Πολύ περισσότερο αν αυτές οι αποφάσεις έχουν να κάνουν με απώλεια εθνικής κυριαρχίας και όταν είναι δεδομένο ότι βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τις διαθέσεις της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.

Δεδομένο επίσης είναι ότι με δεδομένη τη στάση των άλλων κομμάτων στη Βουλή, αυτή η διαδικασία ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΕΚΛΟΓΕΣ. Άρα στην ουσία ο κ. Βενιζέλος προκυρήσσει σήμερα τις επόμενες εκλογές.

Το περίεργο δεν είναι αυτό. Το περίεργο είναι ότι μέχρι πριν από λίγο καιρό θεωρούσε ο ίδιος τις εκλογές καταστροφικές για τη χώρα.

Σε συνδυασμό βέβαια με τις τοποθετήσεις βουλευτών του κυβερνόντος κόμματος περί αναγκαιότητας Κυβέρνησης εθνικής συνεργασίας, άρα της αναγνώρισης της αδυναμίας της Κυβέρνησης να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της, οδηγούμαστε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι ο σχεδιασμός για την «επόμενη ημέρα» αρχίζει και υλοποιείται.

Τυχαίο ; Δεν νομίζω!

Λάρισα, η πρωταθλήτρια των Καγιέν

Ότι η Ελλάδα είναι, κατά κεφαλήν, η πρώτη χώρα, παγκοσμίως, στους ιδιοκτήτες Καγιέν ήταν γνωστό. Όχι όμως και ότι η απόλυτη πρωταθλήτρια στη συγκεκριμένη επίδοση είναι η Λάρισα, όπως αναφέρει σε ένα -κατά τα άλλα- μελαγχολικό στις διαπιστώσεις του άρθρο ο Ηρακλής Πολεμαρχάκις, πρώην επικεφαλής του οικονομικού γραφείου του Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου.

«Η «πρωτεύουσα» των Πόρσε Καγιέν δεν είναι λοιπόν ούτε το Λονδίνο, ούτε η Νέα Υόρκη, αλλά η Λάρισα, μια πόλη 250.000 κατοίκων, γεγονός που έχει μετατραπεί σε προσφιλές θέμα συζήτησης στην Στουτγγάρδη, το λίκνο της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας» γράφει ο Ηρακλής Πολεμαρχάκις στο περιοδικό του βρετανικού πανεπιστημίου Γουόρικ όπου και διδάσκει.

Ο καθηγητής, επισημαίνει το αυτονόητο: Ότι το συγκεκριμένο ρεκόρ είναι μάλλον περίεργο για μια αγροτική περιοχή, πόσω μάλλον εάν κανείς αναλογιστεί ότι ο αγροτικός τομέας στην Ελλάδα κάθε άλλο παρά ανθηρός μπορεί να χαρακτηρισθεί, δεδομένου ότι η αγροτική παραγωγή αποτελεί μόλις το 3,2% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος (στοιχεία 2009) από 6,65% που ήταν το 2000 ενώ τα κονδύλια και οι επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνιστούν περίπου το μισό του εθνικού αγροτικού εισοδήματος.

«Πριν από ένα δυο χρόνια ο αριθμός των Πόρσε Καγιέν που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα, ξεπερνούσε τον αριθμό των Ελλήνων που δήλωναν εισόδημα άνω των 50.000 ευρώ και πλήρωναν τους αντίστοιχους φόρους», τονίζει ο κ. Πολεμαρχάκις, επισημαίνοντας ότι το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο μισό της τιμής αγοράς (περίπου 100.000 ευρώ) μιας Πόρσε Καγιέν.

«Η σουρεαλιστική κατάσταση της Λάρισας συνιστά βεβαίως και μία αναλογία της δύσκολης θέσης στην οποία έχει περιέλθει η ίδια η Ελλάδα», σημειώνει ο Πολεμαρχάκις. «Η χώρα», προσθέτει «βρίσκεται σε οικτρή θέση εξαιτίας του εύκολου χρήματος, κληρονομιά αυτό των τεράστιων πιστώσεων που προσέφερε σε δημόσιο και ιδιώτες η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη και εξαιτίας ενός συνδυασμού άλλων παραγόντων, μεταξύ των οποίων η διαφθορά, μια αποτυχημένη πολιτική κουλτούρα και ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δεν μπόρεσε να παράσχει στους πολίτες τις απαιτούμενες δεξιότητες.»

Από την Athens News

Οι «4» που αμφισβητούσαν (και πάλι) έναν Παπανδρέου

Ενα πολύ ενδιαφέρον δημοσίευμα από τα «ΝΕΑ»

«Στις 13 Νοεμβρίου 1994, στις 9 μ.μ. ακριβώς, ένα μαύρο αυτοκίνητο με οδηγό και έναν μόνο επιβάτη διέσχισε αντίθετα τον δρόμο και σταμάτησε έξω από μια πολυκατοικία στην οδό Προφήτη Ηλία, στη Ρεματιά Χαλανδρίου. Ο επιβάτης έδιωξε τον οδηγό του και χτύπησε το κουδούνι που έγραφε «Βάσω Παπανδρέου». Η πόρτα άνοιξε και στο ευρύχωρο σαλόνι του διαμερίσματος, εκτός από την οικοδέσποινα, περίμεναν δυο ακόμη γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ: ο Θόδωρος Πάγκαλος και ο Παρασκευάς Αυγερινός. Ο άνθρωπος που παραβίασε τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας εκείνο το βράδυ σε δυο χρόνια θα ορκιζόταν Πρωθυπουργός. Ήταν ο Κώστας Σημίτης. Και σε εκείνο το διαμέρισμα άρχισε μια συναρπαστική εσωκομματική ιστορία που θα έμενε γνωστή ως «ομάδα των τεσσάρων». Κανονικά θα ήταν πέντε. Αλλά ο πέμπτος προσκεκλημένος αντί για το Χαλάνδρι εκείνο το βράδυ βρισκόταν στα Δολιανά. Κάποια στιγμή τηλεφώνησε η γυναίκα του: «Δεν θα έλθει». Ο Κώστας Λαλιώτης δεν πήγε στο ραντεβού για να μη γίνει «πατροκτόνος».

Στην πραγματικότητα αυτό που έδωσε υπόσταση στην ομάδα ήταν ο έκτος άνθρωπος. Για την ακρίβεια, ο Θόδωρος Τσουκάτος. Εκείνη την περίοδο οργάνωνε την επέλαση του Κ. Σημίτη προς την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Προκειμένου να πιέσει τα πράγματα, φρόντισε την επομένη να γίνει γνωστή η συνάντηση. Μέσα σε λίγες ώρες όλη η Ελλάδα ήξερε ότι τέσσερα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που είχαν τεταμένες σχέσεις με τον Ανδρέα Παπανδρέου έφαγαν εκείνο το βράδυ στο ίδιο τραπέζι κοτόπουλο μιλανέζα, αγκινάρες και σπανακόπιτα. Τι ακριβώς συζήτησαν δεν έγινε ποτέ γνωστό.

Αλλά δεν ήταν και τίποτε περισσότερο από την πρόθεση να προβληθούν ως «ο άλλος πόλος» στο ΠΑΣΟΚ. Ο λόγος; Οι πληροφορίες για επικείμενη μετακίνηση του Ανδρέα Παπανδρέου στην Προεδρία της Δημοκρατίας την άνοιξη του 1995, οπότε το ΠΑΣΟΚ θα αναζητούσε νέο Πρωθυπουργό. Αλλά τίποτε συγκεκριμένο. Ούτε καν αν θα συναντηθούν ξανά. Η ιδρυτική πράξη της «συμμορίας των τεσσάρων», όπως την έλεγαν τότε πολλοί, δεν θα αφήσει πρακτικά στην πολιτική ιστορία. Έγραψε όμως αρκετές σελίδες της.

Λίγες μέρες αργότερα και ενώ το θέμα συζητείται εκτενώς ο Ανδρέας Παπανδρέου ερωτάται και δίνει απάντηση μάλλον διφορούμενη: «Συναντήσεις εφόσον δεν βλάπτουν το Κίνημα είναι ευπρόσδεκτες, όταν βλάπτουν δεν είναι». Αλλά στην επόμενη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου είναι σαφής: «Δημόσια διαφωνία υπουργού με την κυβερνητική πολιτική δεν νοείται και δεν γίνεται αποδεκτή. Είναι και θα εκληφθεί στην ουσία ως δήλωση παραίτησης». Όλοι στρέφονται στον μόνο υπουργό του κουαρτέτου: τον Κ. Σημίτη. Στις 29 Νοεμβρίου ο Α. Παπανδρέου συγκαλεί την ΚΕ για να κόψει τη φόρα των «τεσσάρων»: «Δεν είναι στις προθέσεις μου και δεν πρόκειται να διεκδικήσω τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας». Σαν να έλεγε: αδίκως συνωμοτείτε, δεν φεύγω. Πράγματι όταν στις 8 Μαρτίου 1995 η Βουλή εξέλεξε ως νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Κ. Στεφανόπουλο, κατέστη οριστικό ότι ο κύκλος του Α. Παπανδρέου δεν είχε κλείσει. Ο βασικός λόγος για τον οποίο αποφάσισαν να συνυπάρξουν οι «τέσσερις» αποδυναμώθηκε.

Μια ευθεία αναμέτρηση μαζί του όμως δεν είναι εύκολη. Αλλά οι τρεις από τους τέσσερις έχουν ένα είδος διαχρονικής προσωπικής αντιπαλότητας μαζί του για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Έτσι ο Κ. Σημίτης, η Βάσω Παπανδρέου και ο Παρ. Αυγερινός είναι αποφασισμένοι να φτάνουν μέχρι τα άκρα αν χρειαστεί. Κλιμακώνουν την αναμέτρηση και στρέφονται προσωπικά κατά του Πρωθυπουργού. Π.χ., ο Παρ. Αυγερινός προτείνει να ζητήσουν έκτακτο συνέδριο, με ζητούμενο την αντικατάστασή του Α. Παπανδρέου στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ χωρίς τη θέλησή του. Ή την ανάδειξη ενός διευθυντηρίου που θα αναλάβει την ευθύνη του κόμματος, με τον ίδιο σε έναν «τιμητικό» και διακοσμητικό ρόλο. Ο Θ. Πάγκαλος και η Βάσω Παπανδρέου ζητούν να αναλάβουν την ευθύνη τα «ιστορικά στελέχη». Ο Κ. Σημίτης το απορρίπτει, αλλά ζητά δημοσίως από τον Α. Παπανδρέου να κινήσει τις διαδικασίες για τη διαδοχή του. Καθώς η ένταση ανεβαίνει, καλούνται να απολογηθούν στο Πειθαρχικό ο Θ. Πάγκαλος και η Β. Παπανδρέου. «Θα διαγραφούν αν συνεχίσουν τις δημόσιες επικρίσεις» είναι η απόφαση. Οι «τέσσερις» κινούνται πλέον στην κόψη του ξυραφιού.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου άφησε να περάσει το καλοκαίρι του 1995 και στις αρχές Οκτωβρίου συγκάλεσε την Κεντρική Επιτροπή για να ξεκαθαρίσει οριστικά τα πράγματα. Έχει προηγηθεί η παραίτηση του Κ. Σημίτη από το υπουργείο Βιομηχανίας, όταν ο Πρωθυπουργός είπε δημοσίως ότι δεν είναι ευχαριστημένος από τους χειρισμούς του στην υπόθεση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Εξοργισμένος ο Πρωθυπουργός από τις δηλώσεις των «τεσσάρων» ότι «δεν μπορούν να ανεχθούν άλλο την κατάσταση» βάλλει ευθέως. «Δεν ξέρω ποιος ανέχθηκε ποιον όλα αυτά τα χρόνια. Γνωριζόμαστε καλά μεταξύ μας: ουδείς αναμάρτητος». Τους αποκαλεί «μικρό κύκλο κεντρικών στελεχών που γίνεται κύκλος αυτοκαταστροφής» και με μια ειδική αποστροφή του φωτογραφίζει τη Βάσω Παπανδρέου: «Στη μακρά πολιτική πορεία μου έχω δει πολλούς και πολλές να ευτελίζουν ότι δεν κατόρθωσαν οι ίδιοι».

Η αίθουσα είναι φορτισμένη. Ο Α. Παπανδρέου απευθύνεται, εμμέσως, σε έναν προς ένας στους επικριτές του. «Δεν υπάρχουν ηγέτες σε αναμονή», λέει για τον Κ. Σημίτη. «Δεν υπάρχει χώρος για περισσότερη αχαριστία, για περισσότερη ανανδρία από ορισμένους κύκλους» λέει για τον Θ. Πάγκαλο. Τις προηγούμενες ημέρες η Βάσω Παπανδρέου είχε ζητήσει «να συζητήσουμε με τον Α. Παπανδρέου τον ρόλο του στη νέα εποχή». Όταν το πληροφορείται, οργίζεται. «Ποιοι είναι αυτοί, ποιος τους όρισε κριτές μου;» θα πει. Στο αίτημά της περί απομάκρυνσής του θα απαντήσει ευθέως: «Όσοι αναζητούν έναν Ανδρέα Παπανδρέου Πρωθυπουργό και πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ υπό περιορισμό, επιτροπεία και κηδεμονία να τον αναζητήσουν αλλού. Εγώ δεν προσφέρομαι».

Στη συνεδρίαση εκείνη η Βάσω Παπανδρέου διέσχισε την αίθουσα την ώρα που μιλούσε και άφησε μπροστά του το περίφημο χαρτί με το οποίο ζητούσε τον λόγο επειδή «αυτά που λες με θίγουν». Το σχόλιό του ήταν ένα ψιθυριστό «μάλιστα», αλλά δεν της έδωσε τον λόγο. Το θέμα όμως επισκιάζεται από μιαν άλλη εξέλιξη: ο Δημ. Τσοβόλας βγαίνει από την αίθουσα και δηλώνει ότι αποχωρεί από το ΠΑΣΟΚ.

Ο Α. Παπανδρέου θα εξετάσει το ενδεχόμενο να λάβει μέτρα εναντίον των «τεσσάρων» με τον τρόπο του: «έθεσαν εαυτούς εκτός Κινήματος». Κάνει όμως μια τελευταία προσπάθεια να αποφύγει την τελική αναμέτρηση. «Δεν είμαι άβουλος Πρωθυπουργός, υπάρχουν όρια» προειδοποιεί στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου στις αρχές Νοεμβρίου 1995. Τις επόμενες μέρες θα συγκαλέσει την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Για τελευταία φορά στη ζωή του. Έκανε άνοιγμα στην εσωκομματική αντιπολίτευση αποδεχόμενος τον κανονισμό λειτουργίας της ΚΟ, που είχε κατ’ ουσίαν συνταχθεί υπό την πίεση των «τεσσάρων». Αλλά η αντοχή του είναι περιορισμένη και η συνεδρίαση διακόπτεται για να συνεχιστεί μια εβδομάδα αργότερα, στις 20 Νοεμβρίου, «για να μιλήσουν όλοι». Ουσιαστικά για να μιλήσουν οι «τέσσερις». Δεν θα γίνει ποτέ. Στις 20 Νοεμβρίου 1995 μπήκε στο Ωνάσειο.

Λίγοι πιστεύουν ότι θα μπορέσει πλέον να ασκήσει έστω και υποτυπωδώς τα καθήκοντα του και η κούρσα της διαδοχής μπαίνει στην τελική ευθεία. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος, ως υπουργός Προεδρίας, αναλαμβάνει καθήκοντα πρωθυπουργεύοντος. Για τους «τέσσερις» έρχεται η ώρα της αλήθειας. Στις αρχές Δεκεμβρίου συγκεντρώθηκαν στο γραφείο του Κ. Σημίτη στην οδό Ακαδημίας. Το θέμα ήταν ποιος θα προβληθεί πλέον ως υποψήφιος διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Παρ. Αυγερινός μίλησε πρώτος: «Θεωρώ ότι ο Κώστας πρέπει να τεθεί πλέον επικεφαλής». Ο Θ. Πάγκαλος συμφώνησε. Με κάποια δυσκολία η Βάσω Παπανδρέου απεδέχθη τη συμφωνία: «Ο Σημίτης έχει το προβάδισμα».

ΑΠΟ ΤΟΥΣ 4 ΣΤΟΥΣ 3.

Δεκαεφτά χρόνια από την πρώτη συνάντηση των «τεσσάρων» γύρω από ένα τραπέζι η ιστορία τείνει να επαναληφθεί. Αλλά τώρα γύρω από ένα κομπιούτερ, προς επίρρωσιν ότι οι εποχές άλλαξαν. Η ταυτόχρονη δημοσίευση ενός κειμένου – στην προσωπική ιστοσελίδα του καθενός – τριών στελεχών ΠΑΣΟΚ, εκτός του ότι υποδηλώνει αλλαγή των εργαλείων στην πολιτική, παραπέμπει και στον Νοέμβριο του 1994. Τα ερωτήματα στο ΠΑΣΟΚ είναι ότι αν η Άννα Διαμαντοπούλου είναι η Βάσω του 1994. Αν ο Ανδρέας Λοβέρδος και ο Γιάννης Ραγκούσης θα επαναλάβουν τους ρόλους που είχαν συνταράξει το ΠΑΣΟΚ. Κυρίως όμως το ερώτημα είναι αν ο Γιώργος Παπανδρέου θα αντιδράσει όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου ή αν θα προσπαθήσει απλώς να γίνει ο ίδιος ο… τέταρτος της υπόθεσης!»

ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011 στα «ΝΕΑ»

Το πολυνομοσχέδιο θα καταργηθεί στην πράξη

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΕΣΥ

Η Π.Ο.Ε.ΣΥ. και οι Ενώσεις-μέλη της, Ε.Σ.Η.Ε.Α., Ε.Σ.Η.Ε.Μ.-Θ., Ε.Σ.Η.Ε.Θ.Στ.Ε.Ε., Ε.Σ.Η.Ε.Π.Η.Ν., Ε.Σ.Π.Η.Τ., εκφράζοντας την ομόθυμη αντίθεση όλων των δημοσιογράφων στην ψήφιση του επίμαχου πολυνομοσχεδίου, δηλώνουμε αποφασισμένοι να καταργήσουμε στην πράξη τις αντεργατικές διατάξεις του.

Δηλώνουμε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε τον αγώνα μας για:

• Την υπεράσπιση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας,

• Την διεκδίκηση αξιοπρεπών όρων διαβίωσης,

• Την υπεράσπιση των ασφαλιστικών μας Ταμείων,

• Την υπεράσπιση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος.

Να υπενθυμίσουμε ότι, με τη χθεσινή ψήφιση του νομοσχεδίου μετατρέπονται οι δημοσιογράφοι στα δημόσια Μέσα Ενημέρωσης σε κρατικούς υπαλλήλους, οι μεν εργαζόμενοι στην ΕΡΤ, ΑΠΕ-ΜΠΕ και στα δημοτικά Ραδιόφωνα, εντάσσονται στο ενιαίο μισθολόγιο που θα ισχύσει στις ΔΕΚΟ, οι δε δημοσιογράφοι στη Γ.Γ. Τύπου και στον υπόλοιπο στενό δημόσιο τομέα εντάσσονται στο ενιαίο μισθολόγιο του Δημοσίου. Αυτό συνεπάγεται άμεση σημαντική μείωση των υφιστάμενων μισθών.

Επίσης στο ίδιο νομοσχέδιο ουσιαστικά υπονομεύεται η σύναψη Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας μεταξύ εργοδοτών και δημοσιογραφικών Ενώσεων σε ολόκληρο τον κλάδο (ιδιωτικά και δημόσια Μέσα) ενώ ανοίγει ο δρόμος για την υπογραφή επιχειρησιακών και ατομικών Συμβάσεων.

Μειώνονται οι συντάξεις από την 01/11/11, ενώ οδηγούνται σε οικονομική αιμορραγία και τελική κατάρρευση τα ασφαλιστικά μας Ταμεία.

Παρά τις επανειλημμένες υποσχέσεις κυβερνητικών παραγόντων σε Π.Ο.Ε.ΣΥ. και Ε.Σ.Η.Ε.Α. ότι ο νόμος θα εξασφάλιζε τις Σ.Σ.Ε. τα ασφαλιστικά μας δικαιώματα και τη δημοσιογραφική αυτοτέλεια, τελικά η κυβέρνηση ψήφισε τα αντίθετα.

ΟΧΙ ΠΙΑ ΣΤΟΝ ΕΜΠΑΙΓΜΟ

ΤΟ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΘΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Π.Ο.Ε.ΣΥ. συνέρχεται την ερχόμενη Τρίτη, όπου μαζί με τις Ενώσεις των Συντακτών θα κλιμακώσει με άμεσες κινητοποιήσεις την εναντίωσή του στην αντεργατική και αντιδημοκρατική κυβερνητική πολιτική.

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΣΧΟΛΙΟ

Συγχαρητήρια στους βουλευτές  που ψήφισαν!!!!

Ιδρώτας, δάκρυα και αίμα

Είναι μέρες και ώρες κρίσιμες για όλους.

Είναι μέρες και ώρες που κάτω από το βάρος των εξελίξεων κρίνονται πολλά.

Ο καθένας μπορεί να καταλάβει ότι από χθες τίποτα δεν είναι ίδιο.

Θα το καταλάβουν οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο με τη δραματική μείωση των μισθών τους, θα το καταλάβουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα με την εφαρμογή των επιχειρησιακών συμβάσεων και τους μισθούς εξαθλίωσης που θα αναγκαστούν να υπογράψουν.

Θα το καταλάβουν οι συνταξιούχοι με τις κουτσουρεμένες συντάξεις. Θα το καταλάβουν οι επιχειρηματίες με το αποτέλεσμα που θα έχει στην αγορά η οικονομική εξαθλίωση όλων μας.

Θα το καταλάβουν οι βουλευτές που ανέλαβαν την ευθύνη στο όνομα – για μια ακόμη φορά – της σωτηρίας της χώρας (;) και αφού βεβαίως μελετήσουν αυτά που ψήφισαν. Θα το καταλάβουν όταν εναγωνίως θα προσπαθούν να εξηγήσουν στους ψηφοφόρους τους πως η οικονομική εξαθλίωση και η εργασιακή εξόντωση συμβαδίζουν με το όραμα μιας καλύτερης ζωής, μιας καλύτερης Ελλάδας.

Θα το καταλάβουν οι «εμπνευστές» αυτής της πολιτικής καταναγκασμού σε μιζέρια και αμφιβολία για το μέλλον. Δεν μπορεί κάποια στιγμή θα καταλάβουν ότι δεν γίνεται να μην υπάρχουν πολιτικά, ηθικά και προσωπικά αναχώματα. Θα καταλάβουν, δεν μπορεί, ότι το να λες συνέχεια ΝΑΙ, το να στερείς το δικαίωμα σου να αντισταθείς, οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη υποτέλεια, σε ακόμη μεγαλύτερη υποχωρητικότητα, σε ακόμη χειρότερες αποφάσεις.

Θα το καταλάβουν όσοι σήμερα δεν βλέπουν ότι για την κατανόηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της παρούσας δομικής καπιταλιστικής κρίσης, τόσο σε Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και σε Εθνικό, τα Νεοφιλελεύθερα και δεξιά εργαλεία είναι άχρηστα. Όσοι τα χρησιμοποιούν πάσχουν από ιδεολογική τύφλωση και μετατρέπουν τον κοινωνικό απομονωτισμό τους σε θεωρία σωτηρίας της χώρας.

Θα το καταλάβουν οι Κυβερνώντες όταν θα εισπράττουν τα αποτελέσματα της λογικής που καλλιέργησαν περί κοινωνικού αυτοματισμού. Και όταν βεβαίως συνειδητοποιήσουν ότι καμία κυβέρνηση, κανένας κυβερνητικός συνασπισμός δεν μπορεί να σταθεί χωρίς στοιχειώδη κοινωνική συναίνεση.

Θα το καταλάβουν όσοι προσδοκούν να επανέλθουν στην εξουσία ή όσοι δεν θα ήθελαν ποτέ να αναλάβουν τέτοιες ευθύνες. Θα το καταλάβουν γιατί οι επιπτώσεις αφορούν το σύνολο του πολιτικού συστήματος, σε κάθε εκδοχή του, με κάθε χρωματισμό.

Θα το καταλάβουν όσοι αδυνατούν να πιστέψουν ότι μια σοσιαλιστική κυβέρνηση απαξίωσε, υποβάθμισε και ακύρωσε  σειρά δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας, που είχαν κατακτηθεί με αγώνες και ότι καταδίκασε εκατομμύρια πολίτες στην ανεργία, στη φτώχεια, στην περιθωριοποίηση και στην απόγνωση και ότι με τις επιταγές των ΔΝΤ-ΕΕ κατεδαφίζεται και το τελευταίο οχυρό των απλών λαϊκών ανθρώπων, το κοινωνικό κράτος.

Θα το καταλάβουν όλοι ότι :  πρέπει να επανακαθορίσουμε ένα επιθυμητό μέλλον, διαφορετικό από αυτό προς το οποίο μοιραία οδεύουμε, αν αφεθούμε να γλιστρήσουμε στην πιο μεγάλη κατηφόρα του μόνιμου  μνημονίου και της λιτότητας επί δεκαετίες.

Είναι η ώρα να μιλήσουν εκείνοι δεν θέλουν  πια να τους υποτάσσουν, εκείνοι  που θέλουν να δράσουν για να επηρεάσουν το μέλλον.

Από την ερχόμενη Δευτέρα τίποτα δεν θα θυμίζει το χθες.

Ένας προφητικός λόγος του Ανδρέα Παπανδρέου

«Πορευόμαστε προς μια ευρωπαϊκή Γερμανία, ή προς μια Γερμανική Ευρώπη;»

 «Ήδη προβλέπονται, έστω και αν δεν ομολογούνται, δύο ταχύτητες στην Ενωμένη Ευρώπη, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη μας το τεράστιο κοινωνικό κόστος και τις εκρηκτικές κοινωνικές καταστάσεις, τις οποίες θα αντιμετωπίζουμε σε αυτήν την πορεία, τουλάχιστον για τις χώρες του Νότου». 

«Θα πρέπει ο έλληνας πολίτης να ξέρει τι να περιμένει στο τέλος της πορείας, αλλά και τι θα έχει καταβάλει για να φθάσει στο τέρμα αυτής της δύσκολης και άνισης πορείας». 

«Σοβεί πάντα η σύγκρουση βορρά και νότου και αυτό γιατί η ενιαία αγορά στην απουσία μιας άλλης πολιτικής σύγκλισης και συνοχής πολύ υψηλότερου επιπέδου, οξύνει τις αντιθέσεις, οξύνει τις ανισότητες». 

                                                                                         Ανδρέας Παπανδρέου

28 Ιουλίου 1992: η Βουλή των Ελλήνων κυρώνει τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, που γέννησε το κοινό νόμισμα, πριν καν περάσουν δύο χρόνια από την επανένωση της Γερμανίας, τον Οκτώβριο του 1990. Σε αντίθεση με ότι είχε πράξει το 1979 με τη Συνθήκη Ένταξης της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, ο Ανδρέας Παπανδρέου, και πάλι τότε αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ψηφίζει την κύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Και είναι εντυπωσιακό ότι στην ομιλία του στη Βουλή επιχειρεί όχι να αντιτεθεί στο κοινό ευρωπαϊκό όραμα, αλλά, αντιθέτως, να το διαχωρίσει και να το «προστατεύσει» από την πλήρη επικράτηση των τραπεζών και των εθνικών εγωισμών όπως αποτυπώνονται στην ουσία της Συνθήκης.

Θέτει έτσι μια σειρά από ζητήματα, τα οποία ίσως τέθηκαν τότε για πρώτη φορά διεθνώς, τουλάχιστον σε αυτό το πολιτικό επίπεδο, σχετικά τόσο με το ρόλο της Ενωμένης Γερμανίας στην Ευρώπη, όσο και με την προοπτική που εξασφάλιζε στην Ευρώπη το κοινό νόμισμα, παρά το γεγονός ότι και ο ίδιος ρητά αναγνώριζε πως για την Ελλάδα αυτός ήταν μονόδρομος: πρόκειται για μια σειρά από αναφορές που σήμερα, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά, μοιάζουν περίπου προφητικές.

Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά, ο υιός και δεύτερος διάδοχός του στην πρωθυπουργία Γιώργος Παπανδρέου, επί των ημερών του οποίου συμβαίνουν αυτά για τα οποία μιλούσε ο πατέρας του, θα άξιζε να διαβάσει αυτό τον λόγο που εκείνος εξεφώνησε την ημέρα της κύρωσης, ειδικά τώρα, πριν πάρει την άγουσα για την καθοριστική για το μέλλον της Ελλάδας σύνοδο της Κυριακής.

Ίσως, ο λόγος του πατρός του, που δημοσιεύεται εδώ αυτούσιος, τον βοηθήσει να καταλάβει κάτι περισσότερο και, έστω και την τελευταία στιγμή, πράγμα λίαν αμφίβολο φυσικά, να πράξει ανάλογα… Θα δει εκεί, ότι τα ζητήματα που έφτασαν την Ελλάδα και την Ευρώπη ως εδώ, έχουν πολύ μεγαλύτερο βάθος και οι ευθύνες είναι πολύ διαφορετικά κι ευρύτερα κατανεμημένες από ότι ο ίδιος επί δύο χρόνια τώρα θεωρεί… Θα αντιληφθεί ίσως γιατί η αλλοπρόσαλλη στάση της κυβέρνησης όλο αυτό τον καιρό, δεν οδηγούσε πουθενά…

 

Βουλή των Ελλήνων, 28 Ιουλίου 1992.

Ανδρέας Γ. Παπανδρέου:

«Κυρίες και κύριοι, ως γνωστό, δεδομένο είναι ότι το ΠΑΣΟΚ θα ψηφίσει για την κύρωση της συνθήκης του Μάαστριχτ. Όμως το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να πει στο Λαό μόνο τα αναμενόμενα οφέλη, ούτε να ωραιοποιήσει την εικόνα. Αντίθετα πρέπει να τονίσει με ειλικρίνεια το κόστος αυτής της προσαρμογής. 

Θα πρέπει ο Έλληνας πολίτης να ξέρει τι να περιμένει στο τέλος της πορείας, αλλά και τι θα έχει καταβάλει για να φθάσει στο τέρμα αυτής της δύσκολης και άνισης πορείας. 

Με την κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ άλλαξε πράγματι η παγκόσμιος ισορροπία. Και είναι κοινός τόπος, ότι υπάρχει μόνο μία στρατιωτική υπερδύναμη, οι ΗΠΑ. Είναι όμως ταυτόχρονα γνωστό, ότι από οικονομικής πλευράς δεν είναι η μόνη υπερδύναμη. Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις. Αυτή η ίδια, οι ΗΠΑ, η Ευρώπη – Γερμανία, η Γερμανία – Ευρώπη, αυτό θα κριθεί στην πορεία, και τρίτον η Ιαπωνία με Νοτιοανατολική Ασία. Το σημαντικό για μας είναι, ότι οι ΗΠΑ είναι σε στάση μάχης, τόσο απέναντι στην Ιαπωνία όσο και απέναντι στην Ευρώπη, στην ΕΟΚ.  Η σύγκρουση ΗΠΑ – ΕΟΚ είναι μια σύγκρουση που, πού και πού, φανερώνεται, άλλες φορές γίνεται στα κρυφά, αλλά αφορά τρεις τουλάχιστον τομείς. 

Πρώτον, την συμφωνία GATT.  Φυσικά αν αποτύχουν αυτές οι διαπραγματεύσεις, υπάρχουν διαφορές απόψεων οξύτατες μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης, ιδιαίτερα Γαλλίας, θα πρέπει να αναμένουμε έναν εμπορικό πόλεμο άνευ προηγουμένου με συνακόλουθο την ύφεση και ανεργία σε μεγάλη κλίμακα. 

Υπάρχει επίσης διαφωνία σημαντική σε ό,τι αφορά το σύστημα ασφάλειας της Ευρώπης, αν θα είναι ευρωπαϊκό ή αν θα είναι στην ουσία ατλαντικό. Υπάρχει το θέμα και δεν έχει κλείσει, αν και ουσιαστικά νομίζω κινείται προς ένα μείγμα ευρωπαϊκού-ατλαντικού, ίσως σε σχήμα διαφορετικό, θεσμικά διαφορετικό, αλλά στην ουσία ανάλογο με αυτό που ίσχυε στο παρελθόν. Και υπάρχει επίσης η προσπάθεια των ΗΠΑ να προχωρήσει η διεύρυνση το γρηγορότερο δυνατόν, ώστε τελικά με τη διεύρυνση να δυναμιτιστεί η προσπάθεια της ένωσης πολιτικής και οικονομικής της Ευρώπης και να μετατραπούμε ξανά, αν θέλετε, σε ζώνη ελευθέρων συναλλαγών.

Τις θέσεις των ΗΠΑ ενστερνίζεται οπωσδήποτε η Αγγλία και σε ό,τι αφορά την ολοκλήρωση της ενωμένης Ευρώπης και μπαίνει και βγαίνει από τη Νομισματική Ένωση, δεν είναι σαφές και στον κοινωνικό τομέα έχει πάρει θέση αρνητική αλλά ταυτόχρονα και σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή ασφάλεια, στηρίζει την ατλαντική περίπτωση, εκδοχή σαφώς όπως και οι ΗΠΑ. 

Η Γερμανία προωθεί ταυτόχρονα και την ολοκλήρωση αλλά και την διεύρυνση και μάλιστα σε μεγάλη κλίμακα.  Υπήρχε μία εποχή που ο Υπουργός Εξωτερικών Γκένσερ, γυρνούσε στην Ευρώπη και έδινε υποσχέσεις σε όλες τις χώρες ότι θα ενταχθούν στην ΕΟΚ. Είναι επίσης η Γερμανία που έχει ξεχωριστή πολιτική να αναπτύξει την πολιτική της παρουσία ισοδύναμα με την οικονομική της, τόσο στην Κεντρική Ευρώπη, τα Βαλκάνια και γενικότερα τις Παραδουνάβιες Χώρες.

Και αυτό, στα πλαίσια ενός αγώνα με τη δημιουργία σφαιρών επιρροής, που μας πάνε πίσω περίπου έναν ολόκληρο αιώνα. 

Παραμένει, βέβαια, πάντα το ερώτημα, σε όλη αυτή την πορεία, εάν πορευόμαστε προς μία ευρωπαϊκή Γερμανία, ή προς μία γερμανική Ευρώπη. 

Πρόσφατα η Γερμανία αύξησε το επιτόκιο, την ώρα που όλοι στην Ευρώπη και στην Αμερική ζητούσαν να μην το κάνουν, διότι η πορεία προς την ύφεση είναι σαφής. Και όμως το έκαναν. Και διερωτάται κανείς σε ποιο μέτρο μπορεί να στηρίζεται η Ευρώπη στην γερμανική αλληλεγγύη. 

Ο στόχος της Γαλλίας είναι η ταχύτερη δυνατή ενσωμάτωση της Γερμανίας στην ενωμένη Ευρώπη και αυτό για λόγους μακροπρόθεσμης ισορροπίας και ασφάλειας στην Ευρώπη. Στα πλαίσια της ΕΟΚ σωβεί πάντα η σύγκρουση βορρά και νότου και αυτό γιατί η ενιαία αγορά στην απουσία μιας άλλης πολιτικής σύγκλισης και συνοχής πολύ υψηλότερου επιπέδου, οξύνει τις αντιθέσεις, οξύνει τις ανισότητες, όχι μόνο ανάμεσα σε κράτη – μέλη, αλλά και σε περιοχές, οι οποίες είναι καθυστερημένες και περιοχές που είναι προχωρημένες.

 Αυτό είναι η τύχη μιας ενιαίας αγοράς πάντοτε.  Εάν δεν υπάρξουν κάποια μέτρα, κάποιες παρεμβάσεις θα οξύνει τις αποστάσεις ανάμεσα στις πλούσιες και τις φτωχές περιφέρειες. 

Αναφέρομαι σε όλα αυτά, σε αυτές τις αποκλίσεις συμφερόντων και στρατηγικών, για να τονίσω τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην πορεία προς τη δημιουργία της ενωμένης Ευρώπης, μιας πραγματικής ευρωπαϊκής ομοσπονδίας. Αλλά και να τονίσω ταυτόχρονα πως κάθε κράτος – μέλος διεκδικεί τα δικά του συμφέροντα, έχει τη δική του εθνική στρατηγική και αυτή η εθνική στρατηγική λείπει στην Ελλάδα, δεν διαμορφώθηκε από την Κυβέρνηση ποτέ.  Όσο καιρό βρίσκεται στην εξουσία δεν διαμόρφωσε μία σαφή εθνική στρατηγική, που περιλαμβάνει, φυσικά, και την πορεία μας προς την ενωμένη Ευρώπη.

 Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Δύσης που μπορεί να έχει το προνόμιο να είναι η μόνη βαλκανική χώρα που είναι στην ΕΟΚ, αλλά είναι και η μόνη χώρα της Δύσης που αντιμετωπίζει νέα και έντονα προβλήματα ασφάλειας, ως αποτέλεσμα του τερματισμού του ψυχρού πολέμου. Το τόξο απειλής τώρα εκτείνεται από την Άγκυρα μέχρι τα Τίρανα, μέσω Σόφιας, αλλά, δυναμικός πυρήνας είναι και παραμένει η Άγκυρα. Και εμείς επιμένουμε, με όλα τα εθνικά μας θέματα ανοικτά, να υπογράψουμε σύμφωνο φιλίας με την Τουρκία και να της παραχωρήσουμε πιστοποιητικό καλής διαγωγής, πριν ακόμη κλείσουν οι συζητήσεις για το Κυπριακό.

 Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική της ΕΟΚ πρέπει να λέμε την αλήθεια. Υπέστη μεγάλη δοκιμασία κατά τη διάρκεια του πολέμου του Κόλπου. Στάθηκε, όμως, ενωμένη πού; Μόνο στην περίπτωση της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και στην πορεία εξουθένωσης της Σερβίας. Οι συνέπειες είναι οδυνηρές και το μέλλον αβέβαιο στα Βαλκάνια. Και έχει τεράστια ευθύνη η Κοινότητα, τα μέλη της, όλα ανεξαιρέτως, ιδιαίτερα η Γερμανία, γι’ αυτές τις εξελίξεις. 

Είναι βέβαιο, ότι η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας εγκυμονεί κινδύνους και για μας. Και γι’ αυτό πρέπει με κάθε τρόπο, αν θέλουμε να παίξουμε τον πρωταγωνιστικό ρόλο που μας ανήκει, θα πρέπει να κινηθούμε μόνο στα πλαίσια ειρηνευτικών προσπαθειών, να είμαστε παντού ο πρόμαχος της ειρήνης, να μην αναμειχθούμε σε στρατιωτικές επεμβάσεις –δυστυχώς το πρώτο βήμα έγινε με τον ναυτικό αποκλεισμό- γιατί το μέλλον για την Ελλάδα στη βαλκανική μπορεί να είναι πράγματι σημαντικότατο. 

Η ενδοχώρα των Βαλκανίων είναι μεγάλη υπόθεση. Η Θεσσαλονίκη σαφώς είναι μια πόλη με τεράστιους ορίζοντες για το μέλλον. Προϋπόθεση, ειρήνη και ασφαλή σύνορα. Η Ελλάδα είναι και βαλκανική και μεσογειακή χώρα και είναι τώρα αναπόσπαστο τμήμα της νέας Ευρώπης που γεννιέται. Στην ευρωπαϊκή πρόκληση δεν χωράει παρά μόνο θετική απάντηση. Ναι, θα συμμετάσχουμε ενεργά στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Δεν υπάρχει πράγματι εναλλακτική πορεία, παρά μόνο η περιθωριοποίηση της Χώρας μας, όσα και αν είναι τα εμπόδια που στέκονται στο δρόμο μας. Το Μάαστριχτ, αυτή η συνθήκη, απλώς αποτελεί για μας ένα εισιτήριο σε ένα δύσκολο και άνισο αγώνα. Ο αγώνας είναι άνισος, γιατί στην εκκίνηση είμαστε οι τελευταίοι.  Ο αγώνας είναι άνισος, γιατί η συνθήκη του Μάαστριχτ εκφράζει σχεδόν απόλυτα τα συμφέροντα και την οπτική γωνία του πλούσιου βορρά. Το όραμα της ενωμένης Ευρώπης δεν χωράει μέσα στο Μάαστριχτ. Το Μάαστριχτ για μας αποτελεί ένα σταθμό σε μία πορεία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ένα σταθμό που θα ξεπεραστεί και ίσως αλλοιωθεί στην ίδια την πορεία. 

Τι περιλαμβάνει το όραμα της ενωμένης Ευρώπης για μας; Το σεβασμό της λαϊκής κυριαρχίας, της δημοκρατίας και σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Συνάδελφοι έχουν τονίσει επαρκώς το μεγάλο δημοκρατικό έλλειμμα και την ανάγκη γρήγορα να καλυφθεί. Δε θα μιλήσω παραπάνω σ’ αυτό το θέμα. Τη διασφάλιση των ατομικών και συλλογικών ελευθεριών. Την ανάδειξη της εθνικής πολιτιστικής ταυτότητας των κρατών-μελών. Την οικονομική ανάπτυξη και πλήρη απασχόληση του εργατικού δυναμικού. Τη δωρεάν Παιδεία και ιατρική περίθαλψη. Την κοινωνική μέριμνα. Την προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων από οποιαδήποτε επιβουλή, την προστασία του περιβάλλοντος. Αυτό είναι το όραμα της ενωμένης Ευρώπης.

Στη συνθήκη του Μάαστριχτ υπάρχουν διακηρύξεις. Ουσιαστικές δεσμεύσεις, υπάρχουν κατά κύριο λόγο για την ΟΝΕ. Δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί το θεσμικό πλαίσιο για την πολιτική, ούτε για την ενιαία –όχι απλώς κοινή- εξωτερική πολιτική, ούτε για την ενιαία άμυνα.

Στις προϋποθέσεις για τη συμμετοχή στην ΟΝΕ δεν υπάρχει αναφορά καν στο τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα της ανεργίας, τη χειρότερη μορφή ανισότητας που μπορεί να γνωρίσει μία σύγχρονη χώρα. Οι δείκτες – στόχοι συνιστούν το όραμα, όπως ελέχθη ήδη στην Αίθουσα αυτή, ενός ευρωπαίου τραπεζίτη και εκφράζουν κατά κύριο λόγο τις συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις της σημερινής Ευρώπης.

 Λυπούμαι να πω ότι αυτό που είπε ο κ. Μητσοτάκης ότι η Ελλάδα έχει παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της συνθήκης, δεν μπορώ να το δεχθώ.  Δεν έχω δει τίποτα ιδιαίτερα ελληνικό, ελληνική πρωτοβουλία που να είναι εμφανής στη διαμόρφωση αυτής της συνθήκης. 

Κατά τη γνώμη μας, η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας παρακολούθησε ως παθητικός αποδέκτης αποφάσεις που έχουν αρνητικές επιπτώσεις και για τη Χώρα μας και για την ισότιμη συμμετοχή μας στην Ενωμένη Ευρώπη. 

Υπάρχει εδώ κάτι που θέλω να τονίσω. Σε πολλές ερωτήσεις σε κυβερνητικά στελέχη, αλλά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, αναφερόμενος στο γιατί κάνει κάτι ή όχι σε θέματα εξωτερικής πολιτικής όπως είναι, παραδείγματος χάριν, ο ναυτικός αποκλεισμός ή αύριο κάποια στρατιωτική επέμβαση, η απάντηση είναι «ακολουθούμε τους συμμάχους και εταίρους μας».  Μα είναι λάθος ρήση. Δεν ακολουθούμε, συμμετέχουμε. Έχουμε άποψη, έχουμε δυνατότητες ακόμα και βέτο. Δεν μπορούμε να λέμε «ακολουθούμε».  Συμμετέχουμε και συνδιαμορφώνουμε.  Αυτός είναι ο ρόλος. Και ελπίζω να μην ακουστεί ξανά ότι ακολουθούμε. Είμαστε μέσα, δεν είμαστε απ’ έξω. Ας το αξιοποιήσουμε αυτό.  

Και βέβαια είναι εσπευσμένη αυτή η σύγκλιση της Ολομέλειας.  Ακόμα δεν γνωρίζουμε πού θα πάει το πακέτο Ντελόρ.  Θα πω μερικά πράγματα.  Δεν το γνωρίζουμε, έτσι χάνουμε κάθε διαπραγματευτική δυνατότητα και σε μία κρίσιμη περίοδο που προεδρία έχει η Μεγάλη Βρετανία.  Η Βρετανική Προεδρία έχει δεδομένες σκέψεις και στόχους. 

Σε ό,τι αφορά το πακέτο Ντελόρ συγκεκριμένα, θα έχουμε έναρξη των διαπραγματεύσεων από μηδενική βάση.  Προσέξτε το αυτό. Δηλαδή αυτά που έγιναν μέχρι την Λισσαβόνα, ξεχνιούνται. Από μηδενική βάση θα αρχίσει η διαπραγμάτευση για το πακέτο Ντελόρ. Αυτή είναι η αλήθεια.

Δεύτερον, η ευθύνη για την διαμόρφωσή του δεν θα είναι στα χέρια των Υπουργών Εξωτερικών, όπως ήταν στο πακέτο Ντελόρ 1, αλλά είναι στα χέρια των Υπουργών Οικονομικών (Ecofin) όπου θα έχουμε μόνο τεχνοοικονομικά κριτήρια και όχι πολιτικά κριτήρια. Η Κυβέρνηση ασφαλώς γνωρίζει, στόχος είναι η οροφή των ίδιων πόρων να αυξηθεί αλλά όχι πέραν του 1,37%, το οποίο τώρα η Αγγλική Προεδρία προσπαθεί να το κάνει 1,35%. Στόχος που δεν λύνει τα προβλήματα. Όπως ελέχθη εδώ ήδη στην Αίθουσα αυτή, αυτό το ποσοστό ιδίων πόρων είναι ανήμπορο να λύσει τα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα γυρίσω σε αυτό. 

Οι 4 χώρες του στόχου 1 δεν θα διπλασιάσουν τους πόρους των διαρθρωτικών ταμείων και του ταμείου συνοχής. Αυτά είναι οι προθέσεις της Αγγλικής Προεδρίας.  Η αύξηση θα είναι 60%, όχι 100%.  Το ταμείο συνοχής αναμένεται να λειτουργήσει χωρίς ενδεικτική κατανομή των πιστώσεων μεταξύ των 4 χωρών. Και θα γίνει με βάση κριτηρίων που αφορούν την εφαρμογή των προγραμμάτων σύγκλισης του κάθε κράτους μέλους. Και η Ελλάδα έτσι κινδυνεύει να εισπράξει ελάχιστα. 

Και έρχομαι στο σημείο της διεύρυνσης. Και βέβαια η Αγγλική πλευρά την υποστηρίζει μετά πάθους. Όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης, ορθώς, η ελληνική πλευρά στη Λισσαβόνα στις 26 και 27 Ιουνίου, υποστήριξε την ταυτόχρονη διεύρυνση και εμβάθυνση της Κοινότητας. Αυτό όμως ήταν υπαναχώρηση από μία θέση που είχε πάρει νωρίτερα, πρώτα η εμβάθυνση και ύστερα η διεύρυνση.

 Για μας αυτό είναι τεράστιο θέμα. Δεν νομίζω ότι μπορούμε να μιλάμε για θέση ισότιμου μέλους στην Ενωμένη Ευρώπη αν πρώτα δεν κλείσει ο κύκλος της εμβάθυνσης, αν δεν ολοκληρωθεί η Ενωμένη Ευρώπη.  Και είναι λάθος ιστορικό να υπαναχωρήσουμε απ’ αυτή τη θέση. Γι’ αυτό μάλιστα το ΠΑΣΟΚ προτείνει στο Κοινοβούλιο, στην Εθνική Αντιπροσωπεία, να αποφασίσει ότι δεν θα στέρξει η Ελλάδα να υπάρξει έναρξη διαπραγματεύσεων – έναρξη διαπραγματεύσεων- για νέες εντάξεις πριν περάσει το πακέτο Ντελόρ, τουλάχιστον αυτό, χωρίς περικοπές. 

Δεν είναι όρος, εμείς θα ψηφίσουμε «Ναι» είτε γίνει, είτε δεν γίνει.

Αλλά πρέπει να τονίσουμε ότι επίσης η Αγγλία, η Μεγάλη Βρετανία, προωθεί ραγδαία την αναβάθμιση των σχέσεων ΕΟΚ – Τουρκίας και η απόφαση της Λισσαβόνας υπερφαλαγγίζει τη δήλωση Δουβλίνου χωρίς να έχουν πληρωθεί οι προϋποθέσεις.

Στην έκθεσή του ο κ. Χέρντ ονομάζει την Τουρκία περιφερειακή δύναμη δικαιούμενη προνομιακού καθεστώτος σχέσεων. Προνομιακού καθεστώτος σχέσεων! Γίνεται αναβάθμιση του πολιτικού διαλόγου και διείσδυση της Τουρκίας ουσιαστική στα Κοινοτικά όργανα. Και αυτά πριν έχουμε τη λεγόμενη λύση του Κυπριακού.

Υπήρξε επίσης και η απόφαση της Κυβέρνησης να επιτρέψει την υιοθέτηση των οριζοντίων δράσεων της ανανεωμένης Μεσογειακής πολιτικής. Με ποια τουρκική ανταπόκριση;  Διερωτάται κανείς. Τι έχει δώσει ως αντάλλαγμα η Τουρκία;

 Και πρέπει να πω και κάτι άλλο. Η συμμετοχή της Ελλάδας στη ζώνη οικονομικής συνεργασίας των χωρών του Ευξείνου Πόντου ενισχύει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Τουρκίας στην Μέση Ανατολή.  Αυτό είναι παράγραφος 13 της έκθεσης Χερντ, όχι δικά μου λόγια. 

Και τώρα για την Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση.

 Εδώ πρέπει να συνεννοούμεθα, να λέμε ακριβώς ποια είναι η πραγματικότητα.

Βεβαίως η Ελλάδα έχει γίνει δεκτή. Θα γίνει δεκτή από την Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση. Και βεβαίως η Τουρκία θα γίνει δεκτή ως συνδεδεμένο μέλος. Αλλά εδώ έχουμε μια τεράστια υπόθεση, ότι εδόθη επίσημα ερμηνεία στο άρθρο 5, το οποίο εξαιρεί τη σύγκρουση Τουρκίας – Ελλάδας από την αρμοδιότητα της ΔΕΕ βάσει του άρθρου 5. 

Και κοιτάξτε, είναι ένα τεράστιο θέμα αυτό διότι, πρώτον, θέλω να θυμίσω ότι το 1981 ως Υπουργός Εθνικής Άμυνας το έθεσα στο ΝΑΤΟ και ζητούσα τότε απλώς να γραφεί ότι θα έλθουν εις αρωγήν κάθε κράτους μέλους όταν υπάρξει επίθεση από οπουδήποτε και αν έλθει. Η απάντηση στην αρχή ήταν, αυτό εξυπακούεται, προς το τέλος ήταν, δεν γίνεται. Και δεν γίνεται διότι υπάρχει το πρόβλημα δύο ετέρων σε συμμαχία, Τουρκίας και Ελλάδας, οι οποίες μπορεί να βρεθούν κάποια ημέρα σε σύγκρουση. 

Εδώ, αυτό που συνέβη με τη ΔΕΕ είναι χειρότερο απ’ αυτό που συνέβη τον Δεκέμβρη του 1981. Γιατί τώρα για πρώτη φορά, ειδικά με σφραγίδα, λέει η ΔΕΕ: Ένας τέτοιος πόλεμος δεν με αφορά. Και είναι δυνατόν κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, να λέμε ότι τα σύνορα της Ευρώπης είναι τα σύνορα της Ελλάδος; Θα ήταν αν δεν υπήρχε αυτή η ερμηνεία για το άρθρο 5. Γιατί η κύρια επεκτατική δύναμη, που αντιμετωπίζουμε, με τεράστιο δυναμισμό, με μεγάλες Ένοπλες Δυνάμεις, με έξοχο διπλωματικό Σώμα, είναι η Τουρκία. Η ΔΕΕ δεν μας καλύπτει.

Επομένως δεν μπορούμε να μιλούμε σήμερα για τα σύνορα της Ευρώπης και τα σύνορα της Ελλάδος. 

Και πρέπει να πω ότι ο κ. Μητσοτάκης στις 3 Δεκέμβρη 1991 είπε ο ίδιος, πως «η συμπερίληψη στο κεφάλαιο της εξωτερικής πολιτικής άμυνας ρύθμισης, για την αμοιβαία συνδρομή, θα έπρεπε να αποτελέσει πρωταρχική προϋπόθεση, για την τελική συγκατάθεσή μας στο σχέδιο συνθήκης Μάαστριχτ». 

Και ερωτώ σήμερα: Τι λέει γι’ αυτή του τη θέση, η οποία είναι αρίστη;  Και δεν λέω δυστυχώς εγκατελείφθη, γιατί και πάλι θα έπρεπε να ψηφίσουμε για το Μάαστριχτ. Αλλά δεν θα έπρεπε να είχε ειπωθεί. 

Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν γνωρίζω τι προσέφερε στη μάχη για το Μάαστριχτ.  Το ΠΑΣΟΚ στα 8 χρόνια, που κυβέρνησε, κέρδισε σημαντικότατες μάχες: 

Πρώτον, είχε δύο πετυχημένες προεδρίες. 

Δεύτερον, με το μνημόνιο που κατέθεσε, μόλις ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Χώρας, έκανε ουσιαστική αναδιαπραγμάτευση της συνθήκης ένταξης. 

Τρίτον, στο ΠΑΣΟΚ οφείλεται η θεσμοθέτηση των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων, τα οποία τα πήραμε για τη Νότια Ευρώπη, αρνούμενοι να πούμε ναι στη διεύρυνση τότε, με Ισπανία, Πορτογαλία. Γίναμε αντιπαθητικοί, αλλά εξυπηρετήσαμε τα συμφέροντα και της Χώρας μας και του Νότου! 

Και προωθήσαμε σημαντικά, τόσο το θέμα της συνοχής, όσο και την Κοινωνική Ευρώπη. 

Και τώρα πηγαίνω στο τεχνικότερο θέμα της Νομισματικής Οικονομικής Ένωσης. Οι όροι για τη συμμετοχή είναι γνωστοί και δεν θα τους επαναλάβω. Αλλά θέλω να τονίσω, αρχίζοντας ότι η Κυβέρνηση δεν έχει καταθέσει μέχρι τώρα πρόγραμμα σύγκλισης. Έτσι δεν είναι η στιγμή για να μπούμε σε λεπτομέρειες.  Όμως, έχουμε δικαίωμα να καλέσουμε την Κυβέρνηση, πριν στείλει κάποιο κείμενο στην ΕΟΚ, να το θέσει υπόψη της Εθνικής Αντιπροσωπείας, ώστε να υπάρξει διάλογος ουσιαστικός πριν κατατεθεί ως πρόταση της Ελλάδος, για τα επόμενα 5 χρόνια. 

Το περίγραμμα των κυβερνητικών εμπειρογνωμόνων, για την σύγκλιση που δόθηκε στη Βουλή, δεν στηρίζεται ούτε καν σε στοιχειώδη οικονομική λογική. Πώς είναι δυνατόν να προσδοκάται μια ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5%, όταν η δημοσιονομική ώθηση στην οικονομία μειώνεται κάθετα και το πραγματικό εισόδημα, από μισθούς και ημερομίσθια, συμπιέζεται συστηματικά, σύμφωνα με τις γνωστές κυβερνητικές προθέσεις, δηλώσεις και πράξεις;

Έτσι, η εμβάθυνση της ύφεσης είναι μονόδρομος, όπως βέβαια είναι και η αποτυχία της δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να μιλούμε όχι για σύγκλιση, αλλά για απόκλιση από τους στόχους του Μάαστριχτ. 

Εκεί πραγματικά μας οδηγεί η οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης.  Είναι φυσικό γενικά, οι οικονομέτρες, στα μοντέλα σύγκλισης να μη συμπεριλαμβάνουν το κοινωνικό κόστος της επίτευξης των στόχων της ΟΝΕ και είναι αυτό μέσα στο βασικό μου επιχείρημα ότι αυτοί οι στόχοι, με αυτήν την πολιτική που ακολουθείτε, είναι ανέφικτοι. 

Το κοινωνικό κόστος για την Ελλάδα της επίτευξης των στόχων στα χρονικά πλαίσια που προβλέπει η συνθήκη του Μάαστριχτ, είναι τεράστιο για τις χώρες του Νότου.

 Ο κ. Αρσένης, μιλώντας, είχε κάποιες περικοπές από ένα άρθρο του κ. Πελετιέ στη MONDE στις 21 Ιουλίου. 

Αλλά θα ήθελα να διαλέξω δύο άλλες παραγράφους, από εκείνες που διάλεξε εκείνος, και θυμίζω ότι πρόκειται για τον οικονομικό διευθυντή του αντίστοιχου ΣΕΒ της Γαλλίας: «Οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από την Συνθήκη δεν είναι πραγματόσημες στα χρονικά πλαίσια που προβλέπει για την Ιταλία, την Πορτογαλία, την Ελλάδα και την Ισπανία». Προσθέτει όμως, ότι «οι υπολογισμοί που αφορούν την Πορτογαλία και την Ελλάδα φέρνουν ίλιγγο».  Αυτές οι εκτιμήσεις νομίζω ότι είναι σωστές. Και για μένα σημαίνουν ότι ήδη προβλέπονται, έστω και αν δεν ομολογούνται, δύο ταχύτητες στην Ενωμένη Ευρώπη, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη μας το τεράστιο κοινωνικό κόστος και τις εκρηκτικές κοινωνικές καταστάσεις, τις οποίες θα αντιμετωπίζουμε σε αυτήν την πορεία, τουλάχιστον για τις χώρες του Νότου. Τότε μπορείτε να μου πείτε, μοιρολατρικά να δεχθούμε αυτήν την πορεία;  Γιατί ψηφίζουμε «ναι», μία πορεία συνεχιζόμενης ύφεσης, μεγέθυνσης της ανεργίας και της ανισοκατανομής του πλούτου και του εισοδήματος της βίαιης δημιουργίας μιας κοινωνίας των 2/3, για να μην φθάσω να λέω του 1/3.  Και η απάντηση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία έχει την πολιτική της, είναι ναι. Ναι, στην συνεχιζόμενη μονόπλευρη λιτότητα για 7 ακόμα χρόνια. Ναι, στη βίαιη ταξική επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους, ναι, τελικά, στην αποτυχία. Η απάντηση του ΠΑΣΟΚ είναι : όχι. Υπάρχουν   και   άλλοι   δρόμοι. Δρόμοι, που  θα  οδηγήσουν  στην  προσέγγιση  –παρακαλώ υπογραμμίστε το «προσέγγιση»- των ονομαστικών στόχων του Μάαστριχτ, με δίκαιη επιμέτρηση του κόστους της προσαρμογής. Δρόμοι, που οδηγούν ακόμα και στην επίτευξη -υπογραμμίστε το «επίτευξη»- των στόχων, εφόσον όμως πληρωθούν ορισμένες προϋποθέσεις ή θα υπάρξει επιμήκυνση του χρονικού πλαισίου ή θα υπάρξει γενναία μεταφορά πόρων από τον πλούσιο βορρά στο φτωχό νότο.  Κάτι τέτοιο απαιτεί συνεχιζόμενη διεκδίκηση στην πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Απαιτεί, επίσης, μια άλλη οικονομική πολιτική, διότι η Νέα Δημοκρατία, η ΕΟΚ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο ΟΟΣΑ αποτελούν το άλλοθι για να συνεχίζει τη δική της αντιφατική, αναποτελεσματική, μυωπική πολιτική της. Μία καθαρά εισπρακτική πολιτική, που ρίχνει όλο το κόστος της προσαρμογής στους εργάτες, στους ανέργους, στους μισθωτούς, στους μικρομεσαίους, στους αγρότες, στους συνταξιούχους.

Μια πολιτική όχι μόνο αντικοινωνική, αλλά και αντιαναπτυξιακή.  

Και ας μη μας πει η Κυβέρνηση πως η πολιτική της είναι μονόδρομος. Διακεκριμένοι οικονομολόγοι, ο κ. Ζολώτας, ο κ. Αγγελόπουλος, έχουν επισημάνει την πλήρη αναποτελεσματικότητα του περίφημου «μονόδρομου».  Μα κυβερνητικά στελέχη επίσης, ο σημερινός Υπουργός Εθνικής Οικονομίας –θέλω να υπενθυμίσω τη ρήση του, δεν την έχω ακριβώς- μίλησε για τα δύο χαμένα χρόνια της Νέας Δημοκρατίας.

Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας, βαθαίνει η ύφεση, αυξάνεται η ανεργία αποσαθρώνεται και ανθελληνίζεται η παραγωγική βάση της οικονομίας. Κατεδαφίζεται το κράτος πρόνοιας, αποψιλώνονται ολόκληρες περιοχές, αποδυναμώνεται κάθε ικμάδα περιφερειακής ανάπτυξης, εκποιείται και ανθελληνίζεται ο δημόσιος τομέας. 

Μ’ αυτές τις συνθήκες εκκίνησης που είναι το έργο της Νέας Δημοκρατίας, έχει υπονομευθεί η μάχη για την ισότιμη ένταξή μας στην ΟΝΕ. Είναι μια τεράστια ιστορική ευθύνη που θα καταλογιστεί στη Νέα Δημοκρατία, από το Λαό και την ιστορία. 

Έχει επίσης τεράστια ευθύνη η Κυβέρνηση, γιατί ως θεατής αποδέχθηκε την ομογενοποιημένη πορεία για όλους τους Ευρωπαίους, προς το ’97 άσχετα από το σημείο εκκίνησης.  Αυτό είναι ένα τεράστιο λάθος διαπραγματευτικό, όχι μόνο ελληνικό, δυστυχώς όλος ο Νότος ευθύνεται γι’ αυτό.  Προσαρμόστηκε η Κυβέρνηση πλήρως στις κοινοτικές επιταγές.  Δεν διεκδίκησε καμιά δέσμευση, δεν εξασφάλισε το πακέτο Ντελόρ. Και το είχαμε πει όχι στη Βουλή κατ’ ανάγκη, αλλά πολλές φορές δημόσια, πως υπογράφεται η συνθήκη του Μάαστριχτ, χωρίς ταυτόχρονα να περιέχεται και το πακέτο Ντελόρ 2, να ξέρουμε πού πάμε.

Δεν διαπραγματεύτηκε ειδικά μέτρα προσαρμογής που δικαιούται η Ελλάδα. Μην ξεχνάμε η Ελλάδα έχει 7% του ΑΕΠ σε στρατιωτικές δαπάνες, διότι ακριβώς ούτε το ΝΑΤΟ, ούτε η ΔΕΕ μπορούν να μας προστατεύσουν ή θέλουν να μας προστατεύσουν από τη μεγάλη εξ ανατολών απειλή. Ειδικότερα δεν ζητήθηκε αναγνώριση ενός χρυσού κανόνα στα δημοσιονομικά, της εξαίρεσης της χρηματοδότησης των δημοσίων επενδύσεων από τους περιορισμούς του δανεισμού του δημοσίου.

Ουσιαστικά, έμμεσα αποδέχθηκε την θεσμοθέτηση των δυο ταχυτήτων. Αφού θα έπρεπε να γνωρίζει ότι χωρίς αυτές τις αναπροσαρμογές, θα ήταν ανέφικτο να πετύχουμε τους στόχους.

Σε ό,τι αφορά τη θέση του ΠΑΣΟΚ για την ακολουθητέα οικονομική πολιτική έχουμε τονίσει με όλους τους δυνατούς τρόπους πως χωρίς ανάπτυξη η πολιτική της σταθεροποίησης οδηγεί την οικονομία σε ναυάγιο – ο Λαός έχει ένα ρητό που λέει «από τη μύγα ξύγκι δεν βγάζεις», είναι η πραγματικότητα – και επίσης το ότι χωρίς κοινωνική πολιτική, κλονίζεται η κοινωνική συνοχή και καθίστανται πράγματι ανέφικτη η αύξηση της παραγωγικότητας.

Σε ό,τι αφορά την πορεία προς την ΟΝΕ, μια πορεία που με τα σημερινά δεδομένα φαίνεται αδιέξοδη για τις χώρες του νότου, η θέση του ΠΑΣΟΚ είναι πως η Ελλάδα σε συνεργασία με τις χώρες του νότου, πρέπει να δώσει τη μεγάλη μάχη για την επίτευξη των παρακάτω στόχων:

Πρώτον, το πακέτο Ντελόρ 2 να ισχύσει στο σύνολό του, χωρίς αλλοιώσεις και περικοπές. Δεύτερον, όπως έχει τονιστεί στη Βουλή απ’ άλλους, με την ολοκλήρωση της ΟΝΕ η νομισματική και συναλλαγματική πολιτική ασκείται πλέον –θα ασκηθεί δηλαδή- σε ευρωπαϊκό, όχι σε εθνικό επίπεδο.

Στα κράτη-μέλη παραμένει η δημοσιονομική πολιτική, που όμως ουσιαστικά περιορίζεται σε αναδιανεμητικό ρόλο. Εδώ πραγματικά βρίσκεται το κλειδί.

Σε μια ομόσπονδη Ευρώπη ο Ευρωπαϊκός Προϋπολογισμός πρέπει να είναι μεγέθους ικανού για την άσκηση αποτελεσματικής αναδιανεμητικής πολιτικής προς όφελος των κρατών-μελών του ευρωπαϊκού νότου και των οικονομικά καθυστερημένων περιοχών.  Μόνο κάτω από τέτοιες συνθήκες θα καταστεί δυνατή η σύγκλιση στα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και εισοδημάτων, που δεν αφορούν τους στόχους τους τραπεζικούς, είναι άσχετα με τους τραπεζικούς στόχους, που έχει θέσει η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Και εδώ σαφώς πρέπει να δοθεί η μάχη, από την έκβαση της οποίας θα κριθεί και το μέλλον της Χώρας μας.

Εδώ, ήθελα να φέρω ένα παράδειγμα:  Όταν υπάρχει ενοποίηση του νομίσματος σε πέρα από μια χώρα, σε 2, σε 3, σε 5 χώρες αυτό λειτουργεί κατά τρόπο αρνητικό για όλες τις καθυστερημένες ή ασθενέστερες χώρες ή περιοχές. Και θα δώσω το απλό παράδειγμα των δύο Γερμανιών. Μόλις έγινε το ενιαίο νόμισμα, εμφανίστηκαν αμέσως τα τραγικά προβλήματα της Ανατολικής Γερμανίας. Και η Δυτική Γερμανία αναγκάζεται, τώρα, να κάνει μεταφορές πόρων, πραγματικά αστρονομικών διαστάσεων, στην τέως Ανατολική Γερμανία, γιατί έχει την ευθύνη και μπορεί να ασκήσει δημοσιονομική πολιτική.

Σκεφθείτε, χωρίς τη δημοσιονομική πολιτική της Ευρώπης, τι θα συμβεί στις καθυστερημένες περιοχές. Γι’ αυτό και είναι απαραίτητο και κλειδί, να ολοκληρωθεί ο ομοσπονδιακός χαρακτήρας της Ευρώπης, έτσι ώστε η ευθύνη να είναι εκεί όπου υπάρχουν τα μέσα.  Τα μέσα θα τα έχουν οι Βρυξέλλες μετά την ένωση.  Δεν θα τα έχουν τα κράτη-μέλη. Και εκεί υπάρχει η ευθύνη, η οποία βεβαίως πρέπει και να ελέγχεται δημοκρατικά.  Αλλά επ’ αυτού έχουν μιλήσει άλλοι δια μακρόν.

Εδώ είναι, κατά τη γνώμη μου, και η κύρια δικαίωση, όχι η μόνη, για την πραγματοποίηση της Πολιτικής Ένωσης. Μόνο με μια Πολιτική Ένωση θα αναλυθούν αυτές οι ευθύνες, ώστε ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός να μπορεί να καλύπτει τις ανισότητες οι οποίες δημιουργούνται από την ίδια τη διαδικασία και λειτουργία της ελεύθερης και ενιαίας αγοράς.

Αλλά πέρα απ’ αυτά, μιλώντας τώρα για την Ευρώπη και όχι για την Ελλάδα, -στο μέτρο βέβαια που είναι και η Ελλάδα αφορά και αυτήν-  δεν αρκεί η ενιαία αγορά και το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, για να αντιμετωπίσει η Ευρώπη τις προκλήσεις του μέλλοντος και σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ και σε ό,τι αφορά την Ιαπωνία. Απαιτείται η διαμόρφωση μιας αναπτυξιακής Ευρωπαϊκής Πολιτικής της ίδιας της Κοινότητας για την αντιμετώπιση της ανεργίας, καθώς και μια βιομηχανική πολιτική, που να εξασφαλίζει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας απέναντι στα άλλα εμπορικά μπλοκ.

Η πρότασή μας, απλοποιημένη για την περίπτωση, -δεν είναι κύριο θέμα- η πρότασή μας, διεξόδου για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, κινείται στους εξής άξονες:

Πρώτον– έχουμε πάθει πλέον όλοι ένα είδος μυωπίας, δεν γνωρίζω, βλέπουμε πληθωρισμό, χρέος, ελλείμματα, επιτόκια, τα άλλα έχουν χαθεί από την οθόνη και πρέπει επιτέλους να δούμε και εκείνα που δεν είναι στην οθόνη, να τα φέρουμε ξανά στην οθόνη- διαμόρφωση ενός διεθνώς ανταγωνιστικού βιομηχανικού τομέα με την ανάπτυξη εκείνων των κλαδικών πολιτικών που θα συμβάλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και στην εκπαίδευση και εξειδίκευση του εργατικού δυναμικού και βέβαια στους τομείς, όπου έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα.

 Δεύτερον, η αναδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής ώστε να γίνουμε ανταγωνιστικοί και να μπορέσει η γεωργία μας να προσαρμοστεί χωρίς απώλειες ή χωρίς μεγάλες απώλειες στη νέα κοινοτική αγροτική πολιτική.

Τρίτον, εκσυγχρονισμό και επέκταση του τριτογενούς τομέα για να απορροφήσει την απασχόληση που θα απελευθερωθεί μέσα από την αλλαγή της οικονομικής δομής.

Τέταρτον, αυτή η πολιτική αναδιάρθρωσης πρέπει να συνοδεύεται από μια αναδιανεμητική πολιτική, που θα εξασφαλίζει ένα επίπεδο κοινωνικών παροχών που να ικανοποιούν τις βασικές ανάγκες κάθε Έλληνα πολίτη, να διασώζουν δηλαδή το κράτος πρόνοιας.

Πέμπτον, την θεσμοθέτηση ενός δίκαιου και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος που επιτέλους θα συρρικνώσει την παραοικονομία στη Χώρα μας.

Αυτά, για μας, προϋποθέτουν την ταχύτερη δυνατή αναβάθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, την πραγματοποίηση μιας ριζικής αποκέντρωσης στα πλαίσια ενός αποκεντρωμένου δημοκρατικού προγραμματισμού που θα εκπορεύεται από μια εθνική κοινωνική συμφωνία, από ένα κοινωνικό συμβόλαιο.

Είναι σαφές ότι το πεδίο της δράσης και αναμέτρησης ανάμεσα στις συντηρητικές και τις προοδευτικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις μεταφέρεται σε μεγάλο βαθμό στο ευρωπαϊκό επίπεδο.

Τόνισα πως το όραμα της ευρωπαϊκής ένωσης δεν χωράει στη συνθήκη του Μάαστριχτ και αυτό γιατί διαμορφώθηκε, κατά κύριο λόγο, από τις συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης.  Όταν το πολιτικό σκηνικό αλλάξει στην Ευρώπη, τότε θα ανοίξουν οι ορίζοντες για τη δημιουργία μιας πραγματικά ομόσπονδης Ευρώπης. Μόνο οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις μπορούν να μετατρέψουν το όραμα της ενωμένης Ευρώπης σε χειροπιαστή πραγματικότητα.  Και είμαστε βέβαιοι πως η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού θα έρθει σύντομα με πρωτοπόρα την Ελλάδα, όταν σύντομα θα μιλήσει ο κυρίαρχος Λαός.»

ΠΗΓΗ : ΤΟ ΒΗΜΑ